"Ο πατέρας μου έχει συγχωρήσει τους βασανιστές του", Συνέντευξη στον Φοίβο Κλαυδιανό, 2014

"Εφεραν και μου ρίξανε πάνω στην κοιλιά ασβέστη, άσβεστο, έριξαν και νερό και το ‘σβησαν πάνω στο σώμα μου… Ημουνα δεμένος με τις χειροπέδες, κι απ’ τις χειροπέδες μ’ ένα σύρμα με σήκωσαν ψηλά ώστε τα χέρια μου πίσω όπως ήταν με τις χειροπέδες πήγαιναν έτσι και γινόμουνα κουλούρα, μια κουλούρα". Η μαρτυρία του Κώστα Κάππου, του ανθρώπου που βασανίστηκε όσο κανείς άλλος στη διάρκεια της χούντας.





Το Ιδρυμα της Βουλής εκδίδει ένα βιβλίο για την κοινοβουλευτική πορεία του Κώστα Κάππου από το 1974 μέχρι το 1990 στο Ελληνικό Κοινοβούλιο που θα περιλαμβάνει: αναφορές του Τύπου από τότε που ήταν βουλευτής του ΚΚΕ, ομιλίες και τοποθετήσεις του στη Βουλή, συνεντεύξεις βουλευτών του ευρύτερου πολιτικού φάσματος που θήτευσαν στη Βουλή το ίδιο διάστημα με εκείνον -ανάμεσά τους οι Σπύρος Καλούδης, Απόστολος Κακλαμάνης, Μιχάλης Βάθης, Κώστας Αλαβάνος, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Στρατής Κόρακας, Κωστής Στεφανόπουλος, Μανώλης Δρεττάκης, Γιώργος Σουφλιάς, Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, Μαρία Δαναμάκη, Γεράσιμος Αρσένης.
Στο βιβλίο, που επιμελείται ο γιος του, Θανάσης Κάππος, και προλογίζει ο Απόστολος Κακλαμάνης, υπάρχει ένα σκαρίφημα της κοινοβουλευτικής του παρουσίας από τον παλιό κοινοβουλευτικό συντάκτη του «Εθνους» Κώστα Μάρδα, ένα σπάνιο χειρόγραφο του αείμνηστου κοινοβουλευτικού συντάκτη Γιάννη Διακογιάννη, αλλά κι ένα σημείωμα… έκπληξη.
Επίσης, φωτογραφικό υλικό από την κοινοβουλευτική θητεία του, από το προσωπικό αρχείο της οικογένειάς του, αλλά και από το φωτογραφικό λεύκωμα του Ντίμη Αργυρόπουλου «Η Βουλή των Ελλήνων, 1974-2006».

Καταγόμενος από αριστερή οικογένεια της Αργολίδας, οργανώνεται σε ηλικία 18 ετών στη νεολαία της ΕΔΑ. Σπουδάζει στην Ανωτάτη Βιομηχανική και εργάζεται ως λογιστής. Στη δικτατορία εξορίζεται στη Γυάρο και στη Λέρο. Το 1974, μέλος του γραφείου του Κ.Σ. της ΚΝΕ, συλλαμβάνεται και βασανίζεται από το ΕΑΤ-ΕΣΑ.

Τον ίδιο χρόνο εκλέγεται βουλευτής του ΚΚΕ και έκτοτε επανεκλέγεται ανελλιπώς μέχρι το μοιραίο 1989, όπου ο ενιαίος Συνασπισμός σχηματίζει κυβέρνηση με τη Ν.Δ. Τότε που ο Κώστας Κάππος ψηφίζει λευκό και τολμά να πει την άποψή του: «Είμαι αντίθετος στη συνεργασία του Συνασπισμού με τη Ν.Δ.».

Και διαγράφεται από το ΚΚΕ. Αλλά κανείς δεν μπορεί να τον διαγράψει στη συνείδηση του αριστερού κόσμου τότε και σήμερα. Γιατί, όπως γράφει ο Φοίβος Προύντζος, ήταν: «Πρότυπο ήθους, υπόδειγμα συνέπειας στα πιστεύω του, κι όχι ένα οποιοδήποτε “όστρακο” κομματικού βυθού που η πατρωνία της παράταξής του ανέσυρε απ’ το πουθενά στον αφρό του δημόσιου βίου».

Πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του εργαζόμενος στο ως μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του, μελετώντας και γράφοντας. Συνέχισε να στέλνει το μεγαλύτερο τμήμα της βουλευτικής του σύνταξης στην Κούβα και να ενισχύει το ΚΚΕ, αν και διαγραμμένος, παρά τις ενστάσεις και τις διαφωνίες που είχε στην πολιτική του.

Ο Γιάννης Διακογιάννης έγραφε το 2000 στα "Νέα": "Λένε πως δεν υπάρχουν ονειροπόλοι στις μέρες μας. Είναι ο Κώστας Κάππος, πρώην κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, διαγραμμένος το 1989 από το κόμμα του διαφωνώντας για τη συνεργασία ΣΥΝ-Ν.Δ. Τελικώς, αν δεν έδινε τα χρήματά του στη χώρα όπου αγωνίστηκε ο Τσε Γκεβάρα και στο ΚΚΕ, αλλά τα έπαιζε στο Χρηματιστήριο αξιοποιώντας τις οικονομικές γνώσεις του, ίσως, με τα 40 εκατομμύρια που προσέφερε από το 1992 (200.000 δρχ. τον μήνα στην Αβάνα και άλλα τόσα στο ΚΚΕ), να ήταν σήμερα πλούσιος". Πέθανε το 2005 σε ηλικία 68 ετών, φτωχός αλλά πάμπλουτος σε ηθικές αξίες.

Ηταν ο μόνος πολιτικός που είχε κατακτήσει το προνόμιο να συμφωνούν με τους αγώνες του ακόμη και όσοι διαφωνούσαν με τις ιδέες του. Αγωνιστής σπάνιου ήθους, κομμουνιστής που κατόρθωσε το πρακτικά αδύνατο για τα δεδομένα της στενόμυαλης ελληνικής Αριστεράς, και μάλιστα μετά θάνατον: να βάλει τα διασπασμένα κομμάτια της να καθίσουν πλάι πλάι τρεις φορές: στην κηδεία του, στην παρουσίαση του βιβλίου "Η επανάσταση που έρχεται" και στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην Παλιά Βουλή τον Οκτώβριο του 2012 για τη ζωή του και το πολιτικό-επιστημονικό του έργο.

Με αφορμή την έκδοση, μιλήσαμε με τον γιο του, Θανάση. Για γνωστές και άγνωστες πτυχές της ζωής του πατέρα του.


• Πώς προέκυψε η ιδέα για το βιβλίο;

"Ευχαριστώ τους ανθρώπους του Ιδρύματος, της Βιβλιοθήκης της Βουλής, αλλά και όλους τους κοινοβουλευτικούς ανθρώπους και συν-βουλευτές του πατέρα μου, που δέχτηκαν να καταθέσουν την άποψή τους γι’ αυτόν. Που βοήθησαν να υλοποιηθεί μια ιδέα που γεννήθηκε τέσσερα χρόνια πριν. Υπολείπεται ακόμα κάτι σημαντικό. Ο Κώστας Κάππος είχε μελετήσει εμπεριστατωμένα το ζήτημα της συνείδησης αφήνοντας χίλιες σελίδες χειρόγραφες, που μακάρι κάποτε να καταφέρουμε να εκδοθούν".


• Πώς θυμάστε τον πατέρα σας εννέα χρόνια από τον θάνατό του;

«Η συνεπής ιδεολογική στάση του νομίζω πως είναι η βασική παρακαταθήκη. Ενας σπάνιος λαϊκός αγωνιστής, που δεν αντάλλαξε ποτέ ιδέες και πιστεύω του για προσωπικά οφέλη. Κρατάω τόσα πολλά μέσα μου που δυσκολεύομαι να τα απαριθμήσω. Υπήρξε ένα σπάνιο κράμα ανθρώπου, με έντονο το αίσθημα της αλληλεγγύης, της αγάπης για τον συνάνθρωπο, σε βαθμό που δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να φανταστεί στις σημερινές συνθήκες. Εξι χρόνια μετά τον θάνατό του ήρθε ένα γράμμα παππού από τη Μυτιλήνη που του ζητούσε χρήματα για να αγοράσει καινούργιο αναπηρικό καροτσάκι. Κάθε μήνα βοηθούσε οικονομικά συγκεκριμένους ανθρώπους, που αντιμετώπιζαν προβλήματα επιβίωσης».


• Ο Κ. Κάππος κατάφερε το ακατόρθωτο: η προσωπική του ζωή να είναι ευθέως ανάλογη της πολιτικής του ιδεολογίας, μάλιστα σαν να πρόκειται για το απολύτως αυτονόητο… Σπάνια αναφερόταν στον απάνθρωπο βασανισμό του επί χούντας. Ψάχνοντας για φωτογραφικό υλικό, δεν τον βρήκα να «ποζάρει» πουθενά, ούτε στη δίκη της χούντας ούτε καν στα έδρανα της Βουλής…

"Ως ολοκληρωμένη προσωπικότητα, ήξερε χωρίς υπερβολή τι πραγματικά ήθελε από τη ζωή του. Στα μάτια μου έκανε πράγματα που χαρακτήριζα, χωρίς υπερβολή, μυθικά. Τον ρωτούσα συχνά πώς κατάφερε και άντεξε για ένα μεγάλο διάστημα την απομόνωση σ’ ένα κελί δύο επί δύο. Με αφοπλιστικό τρόπο έδινε πάντα την ίδια απάντηση: “Κοιμόμουν, σκεπτόμουν και τραγουδούσα”… Οταν καμιά φορά επέμενα ρωτώντας για τους βασανιστές του, έλεγε: “Τους έχω συγχωρέσει. Αυτοί έκαναν τη δική τους δουλειά και εγώ τη δική μου”… Αλλωστε, το αγαπημένο του τραγούδι ήταν η “Γερακίνα” των Βασίλη Τσιτσάνη και Κώστα Βίρβου. Νομίζω ότι, κυρίως, όλα οφείλονται στην ακλόνητη πίστη που είχε από μικρός στις αρχές του. Μπορούσε να συνδυάσει τα πάντα με έναν ιδιαίτερο, σχεδόν “μουσικό” τρόπο. Ακλόνητος, με αίσθηση αυτοκριτικής στα ιδεολογικά και αξιακά του πιστεύω. Συνεπής στα κοινοβουλευτικά του καθήκοντα, πάντα κοντά μας όταν τον είχαμε ανάγκη. Ξέκλεβε χρόνο μεταξύ της πρωινής κομματικής και της απογευματινής κοινοβουλευτικής εργασίας για να πηγαίνουμε σ’ ένα πάρκο κοντά στο σπίτι και να παίζει με μένα και την αδελφή μου ποδόσφαιρο".


• Συναντήθηκε ποτέ μετά το 1989 με τον Χαρίλαο Φλωράκη;

"Θα απαντήσω παραθέτοντας μια προσωπική εμπειρία. Ηθελα να γράψω για τον πατέρα μου από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, παρόλο που εκείνος διαφωνούσε κάθετα. Αναζήτησα τη μαρτυρία ενός ανθρώπου που είχε ζήσει πολλά μαζί του, του Χαρίλαου Φλωράκη. Συναντηθήκαμε στο σπίτι του στο Χαλάνδρι το 1999. Για περισσότερες από πέντε ώρες μιλήσαμε για πάρα πολλά και, όταν κάποια στιγμή αναφέρθηκα στον λόγο της επίσκεψής μου, απάντησε με τον δικό του χαρακτηριστικό τρόπο: “Θα σου πω για όποιον θες, αλλά όχι για τον πατέρα σου”. Πραγματικά εξεπλάγην. Του ζήτησα να το ξανασκεφτεί. Κλείσαμε νέο ραντεβού. Ηταν πάλι ανένδοτος. Είναι κάτι που ακόμη και σήμερα δεν έχω καταφέρει να απαντήσω".


• Ποιες θα ήταν οι πολιτικές του σκέψεις για την σημερινή Αριστερά στο υπάρχον πολιτικό σύστημα;

"Η κρίση του συστήματος και η σαθρή του φύση θα του έδιναν ερείσματα. Από την άλλη, η αδυναμία της Αριστεράς θα τον έβαζε σε περισυλλογή και σκέψη. Χωρίς φόβους, ιδεοληψίες, χωρίς το άγχος της ανάγκης να φυλάξουμε το δικό μας “μαγαζί”…".

Συνέντευξη στον Φοίβο Κλαυδιανό, 2014
Από το Blogger.